Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΩΣ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΔΟΜΗ
του Αντώνη Ανδρουλιδάκη
Επιτρέψτε μου, όμως, να ξεκινήσω με μια στατιστική και να κάνω-προς στιγμήν-ότι δεν έχω πάρει χαμπάρι για τι πράγμα συζητάμε σήμερα εδώ. Να αφήσω για λίγο στην άκρη την ρεαλιστική ουτοπία της Ελληνικής Κοινότητας...
Οποιοδήποτε άλλο νόημα ύπαρξης, συνύπαρξης και πράξης, παραβλέπεται, παρακάμπτεται, απωθείται! Πού να τρέχεις τώρα για τέτοιες «πολυτέλειες;»
Η υγιής υπαρξιακή σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον του διαρρηγνύεται, θα πει ο Κρίστοφερ Λας, καθώς αυτός μετατρέπεται σε πολεμιστή: δηλαδή σε έναν ανασφαλή και επιθετικό καιροσκόπο, είναι έτοιμος να κάνει το καθετί που πιστεύει ότι μπορεί να κατασιγάσει την ανασφάλειά του!
Μήπως όμως είναι λίγο βολικό όλο αυτό; Μήπως αυτή η συρρίκνωση, που στηρίζει την άρνηση της ενηλικίωσης μας, κάπου βαθιά μέσα μας είναι ζητούμενο; Μάλλον ναι!
Ο παππούς Freud, μ’ όλα τα στραβά του, το έχει πει καθαρά. «Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θέλουν πραγματικά ελευθερία, επειδή η ελευθερία προϋποθέτει ανάληψη ευθύνης και οι περισσότεροι τρέμουν την ανάληψη ευθύνης»
Είναι πιο βολικό να είσαι παιδί, γιατί είναι ζόρικο πράγμα να είσαι ενήλικος!
Πιθανολογώ ότι κάποιοι πιο εξοικειωμένοι με τα θέματα αυτά, υποθέτουν ότι αναφέρομαι στον ατομοκεντρικό ανθρωπολογικό τύπο που γεννήθηκε μέσα στο δυτικό Διαφωτισμό;
Δεν ξέρω αν η εικόνα του ανασφαλή πολεμιστή που, προσπαθεί να τη βγάλει καθαρή, να σώσει τον σμικρυμένο εαυτό του, τον χαμένο μέσα στα απρόσωπα συστήματα, θα ταίριαζε στο δυτικό ατομοκεντρικό πρότυπο.
συζητήσεις, ασκούμε όλοι μας μιαν ηθική κριτική στο δυτικό άτομο. Το καταγγέλλουμε για εγωϊσμό, φιλαυτία, ματαιοδοξία, μηδενισμό κι εγώ δεν ξέρω τι άλλο!
Όμως όχι! Δεν μιλώ γι’ αυτό! Πρόκειται για κάτι πολύ σοβαρότερο! Και γι’ αυτό οι ηθικές αξιολογικές κρίσεις, η επίκριση του δυτικού ατόμου, δεν βοηθούν! Απλά διαιωνίζουν τα στερεότυπα μας και μας βοηθούν να κοιμόμαστε λίγο πιο βαθιά σαν νεοέλληνες.
Προσωπικά, λοιπόν, πιστεύω, πως αυτό που αντιμετωπίζουμε δεν είναι τόσο ένας κτητικός ατομικισμός! Αυτό που αντιμετωπίζουμε είναι ότι προσδιορίζει ο Νας ως ελάχιστο ή ναρκισσιστικό εαυτό. Ο Νάρκισσος δεν είναι ο ωραιοπαθής «παρτάκιας» κατά την λαϊκή ψυχολογία! Είναι ο ενήλικος που αρνείται πεισματικά να ενηλικιωθεί. Ανίκανος να σχετιστεί ουσιαστικά, ανίκανος να συναισθανθεί, να μπει στα παπούτσια του απέναντι Άλλου, ανίκανος να εμπιστευτεί. Καχύποπτος και χειριστικός, αγωνίζεται διαρκώς να πείσει με την ψευδή εικόνα του προκειμένου να αποκρύψει την υποτιμημένη εικόνα που έχει για τον «ελάχιστο εαυτό του» και, έτσι, να νιώσει καλύτερα. «Ο ναρκισσιστικός εαυτός, επιμένει ο Κρίστοφερ Λας, αδειάζει προοδευτικά από κάθε είδους περιεχόμενο και έχει ανάγκη να βρίσκει στόχους στη ζωή του κάτω από τους πιο περιορισμένους όρους. Όλο και περισσότερο, με όρους καθαρής επιβίωσης, σαν η καθημερινή ζωή να ήταν τόσο προβληματική, σαν ο κόσμος να ήταν τόσο απειλητικός και αβέβαιος, που το μόνο που θα μπορούσες να κάνεις είναι απλώς να τα βγάζεις πέρα. Να ζεις μια μέρα τη φορά.» Και, όντως, αυτή είναι πράγματι η θεραπευτική συμβουλή που, παρέχεται στους ανθρώπους μέσα στον κόσμο μας.
«Να είσαι ο εαυτός σου» ήταν και είναι το μότο του δυτικού ανθρώπου. Και φοβάμαι πολύ, επιτρέψτε μου να το πω, και συγγνώμη για την χυδαιολογία ότι στην Ελλάδα πήγαμε το μότο αυτό ακόμη παραπέρα: προσθέσαμε σιωπηρά, δίπλα στο «να είσαι ο εαυτός σου» και τέσσερις ακόμη λέξεις: «και στ’ αρχίδια σου»!
Αυτός ο Ναρκισσισμός λοιπόν με την κλινική σημασία του όρου, είναι η αιτία για την διαταραγμένη ψυχοσύνθεση, για την ανικανότητα των ανθρώπων να συναισθανθούν. Για την αδυναμία μας να νοιώσουμε βαθιά συναισθήματα. Για την αναπηρία μας να έρθουμε σε επαφή με το πραγματικό μας συναίσθημα!
Να γιατί πέφτουμε με τα μούτρα στις πιο ζωηρές εμπειρίες, λες και επιδιώκουμε να κεντρίσουμε τη νωθρή μας σάρκα, μπας και ξαναζωντανέψουν οι βαριεστημένες ορέξεις του «ελάχιστου» εαυτού μας!
Η αλήθεια είναι ότι υψώσαμε τόσο ισχυρά τείχη ενάντια στις μεγάλες συγκινήσεις, τόσες ανυπέρβλητες άμυνες και πανοπλίες ενάντια στην βαθύτερα συναισθήματα μας, που κάποια στιγμή θα μας είναι αδύνατον να θυμηθούμε πως είναι να μας κατακλύζει ο πόθος!
Και επειδή σαμποτάρουμε τον πόθο μας, θυμώνουμε! Ξοδευόμαστε στην οργή, που απορρέει από τις άμυνες μας ενάντια στον πόθο! Και στη συνέχεια οικοδομούμε καινούργιες άμυνες, νέες μάσκες και πανοπλίες ενάντια στην οργή. Εξωτερικά δείχνουμε πράοι, ευγενικοί, κοινωνικοί, συχνά υποτακτικοί και παθητικοί...ενώ μέσα μας βράζει ο θυμός για τον Ελάχιστο Εαυτό μας!
Μα πώς μπορεί, ρε γαμώτο, να μας φτάνει αυτό που ζούμε!
Νομίζω ότι σήμερα πια, είκοσι χρόνια από τον θάνατο του Κρίστοφερ Λας, με την έξοχη προσέγγιση του για τον Ναρκισσιστικό Ελάχιστο Εαυτό, πρέπει η σκέψη μας να πάει λίγο παρακάτω: στον Μεθοριακό/Μεταιχμιακό Κενό Εαυτό! Ο Ελάχιστος εαυτός άδειασε πια! Ή για την ακρίβεια είναι γεμάτος με κενό!
Ο Μεθοριακός Κενός Εαυτός χαρακτηρίζεται από ασταθές και επιφανειακό συναίσθημα, ευερεθιστικότητα και άγχος. Εξοργίζεται πολύ εύκολα, έχει διαταραγμένη αντίληψη του εαυτού του και των άλλων, είναι ασταθής σε έντονες διαπροσωπικές σχέσεις, λειτουργεί στα άκρα χωρίς συναίσθηση του κινδύνου, ενώ έχει εκρήξεις έντονων συναισθημάτων ( θυμό, λύπη, χαρά ) χωρίς διάρκεια.
Αλλά το βασικό χαρακτηριστικό του Μεθοριακού Κενού Εαυτού, είναι μια μεγάλη συναισθηματική αστάθεια που εκφράζεται στις διαπροσωπικές σχέσεις, στην εικόνα του εαυτού, στη συναισθηματική διάθεση, καθώς και στην έντονη παρορμητικότητα.
Το καινούργιο στοιχείο αυτού του Εαυτού, είναι η αντίδραση του σ’ αυτό που λέμε αντιληπτή εγκατάλειψη, στην εγκατάλειψη δηλαδή που δεν έχει σημασία εάν είναι όντως πραγματική ή μόνο στη φαντασία μας.
Ο Μεθοριακός Εαυτός, στην προσπάθεια του να αποφύγει την εγκατάλειψη, εγκαταλείπει!
Εγκαταλείπει μην τυχόν και εγκαταλειφθεί! Αυτοκτονεί μην τυχόν και πεθάνει!
Γι’ αυτό οι ανθρώπινες σχέσεις γίνονται πια όλο πιο έντονες και πιο ασταθείς. Ο Μεθοριακός Κενός Εαυτός, μπορεί να εξιδανικεύσει και να «κολλήσει» κυριολεκτικά πάνω σ’ ένα άτομο που προσδοκά να του δώσει φροντίδα ή σ’ έναν ερωτικό σύντροφο ή σε μια ιδεοληψία ή σε μια σέχτα ή σε ένα πρόσωπο κύρους ή σε μια προγονοπληξία ή σε μια ποδοσφαιρική ομάδα ή ακόμη σε μια ναζιστική συλλογικότητα! Πολύ γρήγορα, όμως, περνά από την εξιδανίκευση στην υποτίμηση. Το άλλο άτομο δεν τον φροντίζει αρκετά, δεν νοιάζεται ή δεν τον αγαπά αρκετά, η ιδεοληψία του ήταν ψευδής, η σέχτα ήταν πολύ σεχταριστική, το ναζιστικό μόρφωμα εγκληματική οργάνωση κο.κ.),
Αλλά υπάρχει και κάτι ακόμη σ’ αυτή την εικόνα του Μεθοριακού Κενού Εαυτού, που προσπαθώ να σας περιγράψω. Είναι η σοβαρή διαταραχή της ταυτότητας, που εκδηλώνεται ως αστάθεια της εικόνας ή της αίσθησης του ίδιου του εαυτού. Θα μπορούσε άραγε έτσι να ερμηνευτεί η εθνομηδενιστική υστερία των τελευταίων χρόνων στον τόπο μας; Αλλά και σ’ ένα βήμα παρακάτω, μήπως η απουσία ενός νέου Κοινωνικού Προτάγματος, ενός Οράματος για την κοινωνία από την ίδια την κοινωνία, δεν είναι και αυτό παρά συνέπεια της διαταραγμένης αίσθησης του εαυτού της;
Ο Μεθοριακός Κενός Εαυτός δεν ξέρει, ούτε ποιος είναι, ούτε τι θέλει! Οι στόχοι, οι αξίες του, οι επαγγελματικές φιλοδοξίες, το είδος των φίλων ακόμη και η σεξουαλική του ταυτότητα, η συναισθηματική διάθεση, αλλάζουν συνεχώς απότομα και δραματικά;
Το παραμικρό στρες μπορεί να μας τσαλακώνει άγρια, όλο και πιο συχνά. Και η δυσφορία εναλλάσσεται με το άγχος, το θυμό, τον πανικό και την απελπισία. Ο θυμός μας παίρνει φωτιά με το τίποτα! Δείτε λίγο τι γίνεται καθημερινά με την οδηγική μας συμπεριφορά! Δείτε τι γίνεται με τις στιχομυθίες στο διαδίκτυο και την συναφή επιθετικότητα, εκεί όπου το virtual προσωπείο παρέχει και μια σημαντική διευκόλυνση να κάνει και να λέει κανείς ότι γουστάρει! Δείτε τι γίνεται στις αίθουσες των δικαστηρίων, εκεί όπου διεξάγεται ο πόλεμος όλων εναντίων όλων με διακύβευμα μερικά φραγκοδίφραγκα για την εγκατάλειψη των οποίων ο ένας κατηγορεί τον άλλο.
Αλλά μήπως και η συμπεριφορά μας, γενικά, δεν είναι παρορμητική, απρόβλεπτη και έντονα αυτοκαταστροφική. Σκεφτείτε μόνον τον αριθμό των αυτοκτονιών στη χώρα για να μην συνυπολογίσουμε και τις απόπειρες αυτοκτονίας ή αυτοτραυματικές συμπεριφορές που είναι πια όλο και συχνές. Σκεφτείτε τη ραγδαία αύξηση των χρηστών ουσιών! Σκεφτείτε τη ραγδαία αύξηση των καταθλιπτικών διαταραχών για να ξαναπάμε εκεί από όπου ξεκινήσαμε!
Ο Μεθοριακός Κενός Εαυτός είναι εδώ και όλα αυτά δεν είναι παρά η αντίδραση του στην εγκατάλειψη από τον ίδιο του τον ελάχιστο εαυτό, στην απόρριψη του από τον Άλλο ή στην πιθανότητα να επωμισθεί ευθύνες.
Γι’ αυτό και ακούγεται όλο και πιο έντονα, στις ιδιωτικές μας κυρίως συναναστροφές, ένα συχνά βουβό παράπονο για χρόνια αισθήματα κενού και βαθιάς μοναξιάς. Η Ψυχολογία και η Ψυχιατρική προσπαθεί να αντιμετωπίσει αυτήν την πραγματικότητα, ή με φάρμακα ή προτάσσοντας ένα δόλωμα: Να αλλάξουμε τον τρόπο σκέψης μας, αντί για τον κόσμο! Αν δεν μπορείς να αλλάξεις τον κόσμο, άλλαξε τουλάχιστον την οπτική σου γι’ αυτόν, λένε οι θεραπευτές και πετούν την μπάλα από το γήπεδο των κοινωνικών αιτίων στην εξέδρα των ιδιωτικών ψυχολογικών προβλημάτων.
Αλλά τι σημαίνει άλλαξε την οπτική σου; Σημαίνει να μην αμφισβητείς ανοιχτά τους κυρίαρχους θεσμούς ή τις πολιτικές ελίτ! Σημαίνει να κοιτάξεις να τονώσεις την τσεκουρεμένη αυτοπεποίθηση του Μεθοριακού Εαυτού σου, ώστε να τα βγάζεις πέρα στο σχολειό, να πηγαίνεις στην ώρα σου στη δουλειά, να αποκτήσεις τεχνικές για μείωση του άγχους, να παλεύεις τη μια μέρα μετά την άλλη και κυρίως: να αγνοείς κάθε σημάδι ότι κάτι έξω από τον Εαυτό σου είναι λάθος! Να αγνοείς το γεγονός ότι όταν εκατομμύρια ανθρώπων έχουν παρόμοια «προσωπικά προβλήματα», τότε τα προβλήματα δεν είναι «προσωπικά», αλλά κοινωνικά! Δηλαδή συναρτώνται με το ανθρωπολογικό πρότυπο που συστήνει την εν λόγω κοινωνία!
Τι φταίει λοιπόν; Ποιά είναι τα αίτια και ποιά η πιθανή θεραπεία τους; Τι μας «αρρωσταίνει;». Και πώς θα «έρθουμε στα συγκαλά μας;». Φταίει το υποκείμενο που συστήνει τη συλλογικότητα ή η συλλογικότητα οδηγεί σε νοσηρότητα το υποκείμενο; Κολόμπους έγκ, που λένε και στην Κρήτη! Και τα δυό! Το ένα γεννάει και τροφοδοτεί το άλλο!
Είπα στην αρχή ότι θα κάνω πως έχω ξεχάσει ότι βρίσκομαι σε μια ημερίδα για τον Ελληνικό Κοινοτισμό. Τώρα ήρθε η ώρα να το θυμηθώ. Γιατί η αλήθεια είναι ότι καθώς επιχειρεί κανείς μιαν ανατομία των αιτίων της κρίσης του Υποκειμένου του δυτικού πολιτισμού, σκοντάφτει ξανά και ξανά στα ελλείποντα συστατικά του δυτικού υποδείγματος, τα οποία όμως –ω του θαύματος- βρίσκονται σε περίσσια στο υπόδειγμα της Ελληνικής Κοινότητας.
Θα σταθώ μόνο σε ένα, εντελώς ενδεικτικά, αλλά κρίσιμο χαρακτηριστικό στοιχείο. Την Οικογένεια. Θεωρώ μάλιστα πως η οικογένεια και η Εργασία, εννοώ η κοινωνική θέσμιση της Οικογένειας και της Εργασίας, είναι τα πιο κρίσιμα δομικά στοιχεία στη συγκρότηση του Μεθοριακού Εαυτού και στην ανάλυση τους είναι πολύ εύκολο να διαφανούν τα θεραπευτικά εκείνα συστατικά που θα μπορούσε να συνεισφέρει η Ελληνική Κοινότητα.
Θυμάμαι, λοιπόν, ακόμη τη μητέρα μου να περιγράφει τα παιδικά της χρόνια σ’ ένα μικρό χωριό της Κρήτης, όταν επέστρεφε ο πατέρας της από τη δουλειά, πως αρκούσαν να ακουστούν τα βήματα του στο πλακόστρωτο και έπεφτε αμέσως, στο σπίτι, άκρα του τάφου σιωπή! Αντιλαμβάνομαι ότι για πολλούς αυτή η εικόνα παραπέμπει κατ’ ευθείαν σε στερεότυπα κυριαρχικής πατρικής φιγούρας, ενός αυταρχικού πάτερ φαμίλια, ενός πατέρα αφέντη, γεγονός που πυροδοτεί αυτόματα τα εξαρτημένα ανακλαστικά του προοδευτισμού μας!
Όμως, μήπως ακριβώς αυτή η διάλυση της εξουσίας-αυθεντίας της οικογένειας, μήπως αυτός ο μαρασμός της οικογενειακής ζωής, άφησε τελικά ελεύθερο το πεδίο για την ανάπτυξη ενός εξωοικογενειακού δεσποτισμού; Μήπως αντικαταστήσαμε την «εξουσιαστική οικογένεια», με την αυθεντία των ειδικών στην ανατροφή των παιδιών;
Κι’ αν ο Φρόυντ είχε δίκιο όταν υποστήριζε ότι «η αυτονομία εδράζεται στην έντονη συναισθηματική ταύτιση με τους γονείς και έρχεται έπειτα από τρομερούς αγώνες για να ξεπεράσουμε την κατωτερότητα και την εξάρτηση», μήπως ακριβώς αυτή εξασθένιση της πατρικής φροντίδας, ο περιορισμός της σύγκρουσης πατέρα και παιδιού, καθιστά πολύ πιο δύσκολο για το παιδί να γίνει αυτόνομος ενήλικος;
Μήπως η εμμονή που έχει εγκατασταθεί ήδη και στον συλλογικό ψυχισμό των νεοελλήνων σε σχέση με την αθωότητα και το ευάλωτο της παιδικής ηλικίας, μήπως αυτή η εμμονή, υποκινεί μια όλο και αυξανόμενη μανία σε σχέση με την ανατροφή του παιδιού και ιδιαίτερα σε σχέση με την επιρροή που ασκεί η μητέρα στην ανάπτυξη του;
Μήπως αυτή εμμονή της μητριαρχικής φροντίδας στο παιδί, βρίσκεται πίσω από τον δραστικό περιορισμό του αριθμού των απογόνων, αφού επιζητείται πλέον να απολαμβάνουν όλα τα μέλη της οικογένειας, όλο και περισσότερα καταναλωτικά αγαθά;
Μήπως έτσι, η παλιά διευρυμένη οικογένεια με τους παππούδες, τις γιαγιάδες, τα σόγια που όλοι μας τόσο περιφρονήσαμε στην εφηβεία μας, μήπως έτσι αυτός ο τύπος οικογένειας υποχωρεί, μπροστά στην επέλαση της εσωστρεφούς, ιδιωτικής συζυγικής μονάδας;
Μήπως έτσι, η λατρεία της οικογενειακής ζωής, γύρω από την τηλεόραση, αλλά και όλο το πλαίσιο όπως προαναφέρθηκε, δίνει στη γυναίκα/μητέρα όλο και περισσότερο έλεγχο πάνω στην οικογένεια;
Μήπως τελικά, η γυναίκα/μητέρα ελέγχει και κηδεμονεύει το σπίτι έτσι που, πολύ συχνά, προβάλλεται στον παιδικό ψυχισμό ως το κυρίαρχο αρσενικό; Δεν έχει δα και καμιά σημασία αν η κηδεμονία ασκείται κάτω από ένα γλυκερό κατευναστικό προσωπείο ή αν φτάνει μέχρι και να επιδεικνύεται με τον πλήρη ευνουχισμό του συζύγου. Το ισχυρό πρότυπο που καταγράφεται στην παιδική βιωματική εμπειρία είναι η κυριαρχική λειτουργία του θηλυκού. Η μητέρα θα θέσει, με αυστηρότητα, τα όρια στην παιδική και εφηβική ελευθεριότητα και ο πατέρας θα «τρυφερέψει», με αγκαλιές και χάδια, τα πληγωμένα παιδιά του. Οι ρόλοι θα αντιστραφούν! Κι έτσι, κανένα Οιδιπόδειο σύμπλεγμα, κανένα σύμπλεγμα της Ηλέκτρας, δεν «αφήνεται» να κάνει τη φροϋδική δουλειά του. Άλλωστε, ο ίδιος ο ΓΑΠ (ο Γιωργάκης) υπήρξε αποτέλεσμα αυτού του οικογενειακού προτύπου!
Ένα είναι βέβαιο: Η παλιά αλάνα των συγκρουσιακών παιχνιδιών, η γειτονιά, η ανοιχτή ευρεία οικογένεια, με δυό λόγια η Αυτορυθμίζουσα Ελληνική Κοινότητα, υποχώρησε δραστικά και αντικαταστάθηκε από την περίκλειση, «δεμένη» δήθεν, οικογένεια! «Δεμένη», βέβαια, μόνο στο ότι οι γονείς «δένουν» τις δικές τους ανεκπλήρωτες ανάγκες στο λαιμό των παιδιών τους, όμως...με πολύ αγάπη! Αλλά όποιος δεν γδάρει τα γόνατα του στην κοινοτική αλάνα, δεν έχει γόνατα να σηκωθεί όταν θα τον πλακώσει το βάρος της ενηλικίωσης.
Όμως υπάρχει ένας ακόμη πιο σοβαρός ρόλος που ανατίθεται προνομιακά στη γυναίκα/μητέρα του δυτικού υποδείγματος οικογένειας!
Όσο η (παλαιότερη) πατρική αυθεντία υποχωρεί και περιορίζεται στην άσκηση της εργασίας και ενδεχομένως στη συναισθηματική στήριξη των παιδιών απέναντι σε μια κυριαρχική και εξουσιαστική μητέρα, τόσο η γυναίκα/μητέρα θα αναζητήσει και νέα στηρίγματα στην άσκηση της κυριαρχίας της στην οικογένεια. Πρόκειται για το Θεραπευτικό κράτος (και παρακράτος στην νεοελληνικά πραγματικότητα) για να χρησιμοποιήσω τον όρο των Φίλιπ Ρίφ και Νίκολας Κίτρι. Όπως σωστά παρατηρεί ο Κρίστοφερ Λας «οι γυναίκες καλωσόρισαν την αντικατάσταση της μαμής στη γέννα από τους γιατρούς. Ο επαναπροσδιορισμός της εγκυμοσύνης ως ασθένειας, που χρήζει ιατρικής παρέμβασης, βοήθησε τις γυναίκες στην εκστρατεία τους υπέρ της εθελούσιας μητρότητας ρίχνοντας το κόστος της εγκυμοσύνης στους άντρες τους –όχι μόνο το χρηματικό κόστος αλλά και το συναισθηματικό κόστος της εισβολής του γιατρού στην κρεβατοκάμαρα, τον σφετερισμό εκ μέρους του των σεξουαλικών προνομίων του συζύγου. Γιατροί, ψυχίατροι, κοινωνικοί λειτουργοί, παιδικοί σύμβουλοι, και άλλοι ειδικοί ειρωνεύονταν το μητρικό ένστικτο, την οικιακή θεραπεία και τις εμπειρικές μεθόδους, υποστηρίζοντας την αντικατάσταση της λαϊκής παραδοσιακής σοφίας των γυναικών από νέες τεχνικές που βασίζονται στην επιστήμη και είναι κατανοητές μόνο από αυτούς που είναι ειδικοί. Συμμαχώντας με τα επαγγέλματα παροχής βοήθειας, συνεχίζει ο Κρίστοφερ Λας, οι γυναίκες βελτίωσαν τη θέση τους στην οικογένεια, μόνο για να πέσουν σε ένα νέο είδος εξάρτησης. Την εξάρτηση του καταναλωτή από την αγορά και από τους παρόχους εξειδικευμένων υπηρεσιών ,όχι απλώς για την ικανοποίηση των αναγκών τους, αλλά και για τον ίδιο τον ορισμό των αναγκών τους.»
Η σεξουαλική απελευθέρωση της Ελληνίδας στη μεταπολίτευση, κινήθηκε σε δυο άξονες: την ιατρικοποίηση της σεξουαλικής πράξης αφενός και στη απέραντη εκλαϊκευμένη, δήθεν επιστημονική, φλυαρία για το θέμα. Ο σεξολόγος δρ. Ασκητής από τη μια μεριά και το Κλίκ/Νίτρο από την άλλη.
Το δε πιο εξωφρενικό είναι (όπως παρατηρεί εύστοχα και ο Μισέλ Φουκώ) ότι «θεωρήσαμε όλοι πως λέγοντας ναι στο σεξ, λέγαμε όχι στην εξουσία»! Μα η πολιτική και οικονομική ελίτ έκανε απλά τη δουλειά της.
Εκείνο που δεν πήραμε χαμπάρι είναι ότι η έκθεση της σεξουαλικής ζωής στην επιτήρηση της επιστήμης και στις συμβουλές των περιοδικών, ήταν ο καθοριστικός παράγοντας όχι για την απελευθέρωση της σεξουαλικότητας, αλλά για την ορθολογικοποίηση του συναισθήματος.
Σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης, η Λογική αναγορεύεται σε νέα θρησκεία και η οικονομική αποτελεσματικότητα (με κάθε μέσο και κόστος) σε Θεό. Το συναίσθημα κηρύσσεται ως ανορθολογισμός και ορίζεται σαν η μέγιστη αμαρτία της νέας θρησκείας. Το νέο ιερατείο που αναλαμβάνει την ιεραποστολή διάδοσης της νέας θρησκείας μέσα στην οικογένεια, δεν είναι άλλο από τη γυναίκα/μητέρα!
Εκείνη θα συμβουλεύσει το γιο της να είναι ανταγωνιστικός και «ξύπνιος» (και όχι σαν τον υποχωρητικό πατέρα του).
Εκείνη θα νουθετήσει την κόρη της να είναι «καπάτσα» και ευέλικτη, (για να μην καταλήξει «δούλα» όπως η ίδια)! Εκείνη θα «ευνουχίσει» τα αρσενικά παιδιά συντηρώντας το ναρκισσιστικό πρότυπο του «κάθομαι σπίτι, κάνω μπάφους και παίζω pro»
Εκείνη θα ενσωματώσει στα νεαρά κορίτσια το τεχνητό πέος μιας αναίσθητης και πονηρής καπατσοσύνης!
Το οραματικό, δημιουργικό στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης, η μεγάλη περιπέτεια της ίδιας της ζωής, θα καταδικαστεί στην κόλαση και οι μητέρες μας θα γίνουν οι ιέρειες της Λογικής.
«Μην σκέφτεσαι ότι αισθάνεσαι, για να μπορέσεις να υπάρξεις» θα είναι το νέο οικογενειακό μότο, κι ύστερα θα ψάχνουμε ψυχολόγους για να μας βοηθήσουν να «είμαστε ο εαυτός μας»!
Στη θέση των παλαιών κανόνων ηθικής της κοινότητας, αυτό που σωστά λέγεται Κοινοτική Αρετή, που ρύθμιζε (καλώς ή και κακώς) την κοινωνική λειτουργικότητα, εμφανίζεται τώρα μια νέα μέθοδος κοινωνικής πειθαρχίας. Πρόκειται για ένα σύνολο ιατρικών και ψυχολογικών κανόνων απαλλαγμένων πλήρως από κάθε είδους ηθικά ερωτήματα.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται αυτό που ονομάσαμε προηγούμενα Θεραπευτικό κράτος. Οι γιατροί, οι εγκληματολόγοι, οι κοινωνικοί λειτουργοί, οι ψυχίατροι, οι ψυχολόγοι, οι παιδαγωγοί, οι σύμβουλοι γάμου, οι ειδικοί της παιδικής ανάπτυξης, οι παιδίατροι, οι δικαστές σε δικαστήρια ανηλίκων, εν συντομία το σύγχρονο σύστημα κοινωνικής εξομάλυνσης που δημιούργησε κατά βάσιν το ΠΑΣΟΚ – κυβέρνησαν την μεταπολιτευτική κοινωνία «με βάση όχι το δίκαιο αλλά την τεχνική, όχι τον νόμο αλλά την ομαλοποίηση, όχι τον κολασμό αλλά τον έλεγχο», όπως θα ορίσει πάλι ο Κρίστοφερ Νας.
Το Θεραπευτικό Κράτος επιχείρησε να υποκαταστήσει- με τραγικά αποτελέσματα- την εγγενή θεραπευτική λειτουργία της μικρής κλίμακας. Της κοινότητας.
Φτιάξαμε έναν «πατερναλισμό» χωρίς πατέρα. Όπως κάποιοι, κατ’ αναλογία, έναν Χριστό που δεν προσδιορίζεται σαν γιος του Πατέρα, αν θέλετε να κάνω και έναν θεολογικό υπαινιγμό.
Η ανάλυση μας μπορεί να πάει και λίγο παρακάτω:
Αν η οικογένεια είναι το πρώτο βήμα πολιτικοποίησης του ανθρώπου, μέσα από τις διαδικασίες συλλογικής/δημοκρατικής ή αυταρχικής λήψης των αποφάσεων της, αντιλαμβάνεται κανείς ποιά είναι η σχετική βιωματική εμπειρία των παιδιών που μεγάλωσαν μέσα σε μια στρεβλή οικογενειακή δομή. Μια περισσότερο ή λιγότερο φανερά κυριαρχική μητέρα, ένας υποτονικός ή απών πατέρας και μια πλειάδα ειδικών εντεταλμένων του θεραπευτικού (βλέπε εξουσιαστικού) κράτους, που διαμόρφωσαν νέες μορφές εξάρτησης και αποθάρρυναν εν τέλει τη συμμετοχή στην πολιτική ζωή. Το συμπέρασμα είναι ότι αυτή η εξέλιξη διάβρωσε τον παλαιότερο μηχανισμό λαϊκής συμμετοχής και επαναστατικότητας, την οικογένεια! Λες και οι «διευθυντές» του Θεραπευτικού κράτους, οι έντυποι και τηλεοπτικοί προωθητές/διακινητές των δήθεν απελεύθερων αντιλήψεων αλλά και οι μητέρες, σε μιαν ιδιότυπη συμμαχία, «εξημέρωσαν» μιαν κοινωνία που βρισκόταν (εδώ και αιώνες) σε διαρκή αντίσταση και την οδήγησαν σε βαθιά κρίση ταυτότητας, διαμορφώνοντας στην αρχή τον Ναρκισσιστικό Ελάχιστο Εαυτό και στη συνέχεια τον Μεθοριακό Κενό Εαυτό.
Και να με συγχωρούν οι παρούσες μητέρες αν νοιώθουν πως με κάποιο τρόπο τους επιτίθεμαι, αλλά η κριτική μου σκοπεύει στη σωτηρία των παιδιών τους, οπότε ελπίζω ότι θα δείξουν κατανόηση.
Για να επανέλθω στην εικόνα της μητέρας μου, από την επιστροφή του πατέρα-αφέντη στο σπίτι, νομίζω ότι αν απαλλαγούμε από τους, δήθεν, προοδευτικούς μυωπικούς φακούς μας, δεν μπορούμε παρά να δούμε ότι η σταδιακή διάβρωση της πατρικής φιγούρας και ο μαρασμός της παλιάς ευρείας οικογένειας –στοιχεία και τα δυο της Ελληνικής Κοινότητας- όχι μόνο δεν απελευθέρωσε το νεοελληνικό άτομο από εξωτερικούς καταναγκασμούς, αλλά το υποδούλωσε σε νέες δουλείες, ενώ ταυτόχρονα εξασθένησε τη θέληση του για αντίσταση και αυτονομία. Εδώ, ίσως να βρίσκεται και η απάντηση στο μεγάλο ερώτημα της παθητικοποίησης και αδράνειας της κοινωνίας μας, απέναντι στην κρίση και τις συνέπειες της. Το ναρκισσιστικό νεοελληνικό άτομο της μεταπολίτευσης που βρισκόταν εγκλωβισμένο στην παγίδα του αυτονόητου δικαιώματος, το άτομο που θεωρούσε ότι μπορεί να έχει ότι θελήσει, οι «μη προνομιούχοι», αλλά και το σημερινό μεταιχμιακό άτομο της κρίσης (η άλλη όψη του διαταραγμένου νεοελληνικού «νομίσματος»), ο αγανακτισμένος που απαιτητικά αγανακτεί αλλά μετά παθητικοποείται, ο υπεύθυνος ρεαλιστής και υποστηριχτής των Μνημονίων, αυτός που ζει υπό την συνεχή απειλή και φόβο του «μην τυχόν», αυτός που διαρκώς εγκαταλείπει μην τυχόν και εγκαταλειφθεί, έχουν τις γενεσιουργές τους αιτίες (μεταξύ των άλλων) και στο πρότυπο οικογένειας που αναλύθηκε προηγούμενα.
Στην με τραγικό τρόπο, αντικατάσταση της ευρείας οικογένειας, ως κυττάρου της Ελληνικής Κοινότητας, από την περίκλειση οικογένεια μιας παρακμιακής κοινωνίας.
Στην με τραγικό τρόπο υποκατάσταση της θεραπευτικής λειτουργίας της Κοινότητας των Προσώπων, από τους άγαρμπους, απρόσωπους, μηχανισμούς του θεραπευτικού κράτους.
Κάποια στιγμή, θα άξιζε να αναλυθεί η επίδραση αυτής της αντικατάστασης στο εργασιακό ήθος και στην αξία της παραγωγής και της δημιουργίας ή στην θεατρικότητα της πολιτικής και στον θεαματικό χαρακτήρα της καθημερινότητας ή στην βιομηχανία της διασκέδασης ή στο αδήριτο πρόταγμα της πάση θυσία αποτελεσματικότητας ή στον μετασχηματισμό της εργασιακής/οικονομικής μονάδας ώστε να εκπληρώσει αυτή το ρόλο της οικογένειας που διαλύεται (ο εργοδότης/πατέρας) ή στην μεταμόρφωση του έρωτα σε πεδίο ανελέητων συγκρούσεων κ.ο.κ. Τελειώνοντας, ήθελα να σας πω ότι είχα την τύχη να μελετήσω μια από τις πιο καταξιωμένες -στις ΗΠΑ τουλάχιστον- ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις. Την Προσωποκεντρική Προσέγγιση του Carl Rogers. Ομολογώ ότι εξ’ αρχής με είχε εντυπωσιάσει ακόμη και ο ίδιος ο τίτλος της προσέγγισης αλλά και το γεγονός πως ο Rogers μιλούσε με πάθος για την τεράστια σπουδαιότητα της θεραπευτικής σχέσης. Αρκεί, λέει ο Rogers, ας το πω κάπως απλουστευτικά, αρκεί μια γνήσια σχέση για να θεραπεύσει!
Θέτει λοιπόν έξι αναγκαίες αλλά και ικανές συνθήκες που πρέπει να ισχύουν για να επιτευχθεί θεραπευτικό αποτέλεσμα στο πλαίσιο μιας θεραπευτικής σχέσης.
2η Συνθήκη: Το ένα από τα δύο πρόσωπα βρίσκεται σε κατάσταση ασυμφωνίας, δηλαδή κάποιες από τις εμπειρίες του ή τις συμπεριφορές του αν θέλετε, δεν εντάσσονται, δεν συνάδουν, με την εικόνα που έχει για τον εαυτό του. Συνακόλουθα, διακατέχεται από άγχος και ένταση. Βρίσκεται δηλαδή κάτω από το καθεστώς μιας ψυχικής δυσλειτουργίας ή διαταραχής.
3η Συνθήκη: Το άλλο πρόσωπο, ο θεραπευτής είναι αυθεντικό στη σχέση του με τον απέναντι Άλλο, δίχως μάλιστα να είναι απαραίτητο να είναι γενικώς αυθεντικός, αλλά μόνο στις εμπειρίες που συνδέονται στη σχέση του με τον Άλλο.
4η Συνθήκη: Ο θεραπευτής βιώνει ανεπιφύλακτη θετική αναγνώριση για το σύνολο των εμπειριών του Άλλου. Αποδέχεται δηλαδή τον Άλλο έτσι όπως είναι, χωρίς να συνδέει την αποδοχή με την εκπλήρωση συγκεκριμένων όρων. Αποδέχεται όλες τις εμπειρίες του Άλλου ως αναπόσπαστα στοιχεία του Προσώπου του. Και βέβαια, η ανεπιφύλακτη αυτή θετική αναγνώριση, δεν αφορά στην συμπεριφορά και στη δράση του Άλλου, αλλά στα βιώματα του. Δεν είναι αποδοχή άνευ ορίων, είναι άνευ όρων! Προφανώς, η άνευ όρων αποδοχή, δεν συνιστά επίσης αδιαφορία ή επιβράβευση με την έννοια της αξιολόγησης. «Μόνον έτσι, ορίζει ο Rogers, έρχεται ο Άλλος σε θέση να αναγνωρίσει τα πραγματικά του συναισθήματα και να τα βιώσει, ανεξάρτητα από την κατεύθυνση αυτών, αλλά και χωρίς να φοβάται την απώλεια της εκτίμησης του θεραπευτή». Μόνο έτσι, δεν είναι ανάγκη να δείχνει ο Άλλος κάποιος Άλλος απ’ αυτόν που είναι!
«Αγαπώ κάποιον, θα πει ο Rogers, όπως αγαπώ ένα ηλιοβασίλεμα. Τι να πω δηλαδή, είναι λίγο το μώβ στην πάνω δεξιά γωνία, είναι πολύ το πορτοκαλί κάτω αριστερά;»
5η Συνθήκη: Να βιώνει ο θεραπευτής ενσυναισθητική κατανόηση για τα συναισθήματα και το νόημα που αποδίδει σ’ αυτά ο Άλλος. Ενσυναίσθηση δεν σημαίνει ταύτιση ή συμπόνια. Η συμπόνια απλά απενοχοποιεί και εν τέλει απομακρύνει, περίπου όπως και η φιλανθρωπία. Η ενσυναίσθηση είναι η ικανότητα, η ευαισθησία, να μπαίνει κανείς στα παπούτσια του Άλλου, δίχως να χάνει τον δικό του βηματισμό. Η ικανότητα να νοιώθει τον Άλλο, χωρίς να χάνεται ο ίδιος. Ο θεραπευτής είναι το φανάρι στο χέρι του ανθρακωρύχου Άλλου που θέλει να δει στο σκοτεινό μέσα του. Το που και αν θα φωτίσει το φανάρι είναι απόφαση του ανθρακωρύχου.
6η Συνθήκη: ο Άλλος βιώνει, τουλάχιστον υποτυπωδώς, την ανεπιφύλακτη θετική αναγνώριση, την ενσυναίσθηση και τη γνησιότητα του Θεραπευτή.
Οι συνθήκες αυτές περιγράφουν μιαν ατμόσφαιρα που μπορεί να δημιουργείται ανάμεσα σε δυο ή περισσότερα πρόσωπα, έτσι ώστε και οι διαπροσωπικές σχέσεις προωθούνται, αλλά και η θεραπευτική σχέση έχει θεαματικά αποτελέσματα.
«Όταν εκπληρώνονται οι συνθήκες αυτές τότε συντελούνται αλλαγές και στα δύο πρόσωπα και μάλιστα σχεδόν από μόνες τους», θα επισημάνει ο Rogers. Ή αλλιώς «όταν επιτρέπω σε ένα άλλο πρόσωπο να με κατανοήσει πραγματικά, αλλάζω μέσα απ’ αυτήν την κατανόηση».
ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ
02.11.2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου