Αναδημοσιεύουμε το εκπληκτικό κείμενο της εισήγησης του συγγραφέα-ψυχολόγου και μέλους της Επιστημονικής Επιτροπής της ΚΟΦΙΨΥ, Αντώνη Ανδρουλιδάκη, στο συνέδριο "Silence, Emptiness and Creativity" στη Μαδρίτη:
«Όπως τα πεύκα κρατούνε τη μορφή του αγέρα ενώ ο αγέρας έφυγε, δεν είναι εκεί.
Το ίδιο τα λόγια φυλάγουν τη μορφή του ανθρώπου κι ο άνθρωπος έφυγε, δεν είναι εκεί.»
Γ. Σεφέρης
Η μητέρα ενθουσιάζεται με τη ζωγραφιά του παιδιού της. Μπορεί να το επιβραβεύει ή μπορεί και να θεωρεί ότι δεν χρειάζεται να του δώσει και πολύ θάρρος, γιατί εκτιμά ότι απαιτείται να προσπαθήσει περισσότερο. Στην πραγματικότητα, κάπως καμαρώνει με τη δημιουργία του αγαπημένου της γιού. Γι’ αυτό και θα φυλάξει προσεκτικά το «έργο» στο χαρτοφύλακα της, ανάμεσα σε δεκάδες χρήσιμα αντικείμενα, και την άλλη μέρα το πρωί θα το τοιχοκολλήσει στο γραφείο της. Είναι αναμφίβολα μια πολύ υπερήφανη μητέρα. Θα επιδεικνύει με θαυμασμό το υπέροχο έργο που φιλοτέχνησε το βλαστάρι της σε γνωστούς, συναδέλφους και φίλους. Η μητέρα οικοδομεί μια σχέση με το δημιούργημα του γιόκα της πολύ ευρύτερη της χρηστικής αξίας της «ζωγραφιάς» που έχει κολλήσει στον τοίχο απέναντι από το γραφείο της. Και μέσα από το δημιούργημα, οικοδομεί μια νέα σχέση με το παιδί της. Μπορεί να τον φαντάζεται πλούσιο ζωγράφο που εκθέτει σε κάποια σπουδαία γκαλερί της Νέας Υόρκης κι αυτή συστήνεται ως η μητέρα του ζωγράφου. Ή μπορεί απλά να τον σκέφτεται να παίζει την ίδια ώρα με τους φίλους του σε κάποιο νηπιαγωγείο των προαστίων και να προβληματίζεται αν φοράει το ζακετάκι που του αγόρασε και πως με τέτοιο καιρό μπορεί να κρυώσει. Η ζωγραφιά στο χαρτί είναι μια ευκαιρία συνάντησης, σχέσης με το παιδί της. Αν κάποιος κάνει το λάθος να αποκαθηλώσει ύστερα από καιρό τη ξεθωριασμένη πια εικόνα, με τα κομμάτια του σελοτέιπ στις άκρες της, η μητέρα θα κάνει πολύ μεγάλο καυγά. Θα νοιώθει περίπου ακρωτηριασμένη. Ότι της αφαιρέθηκε ένα κομμάτι της ύπαρξης της. Ότι ταρακουνήθηκε μια σχέση. Δεν ήταν η απώλεια της αξίας του χαρτιού που καταστράφηκε. Ήταν η βάναυση διακοπή μιας σχέσης της μητέρας με το παιδί της. Η διακοπή-περιορισμός μιας σχέσης με αφορμή τη ζωγραφιά. Αλίμονο σ΄ αυτόν τον κάποιο που θα τολμήσει να πει «Μα τι λέτε! Ένα ξεθωριασμένο χαρτί ήταν. Πώς κάνετε έτσι!»
Μια λευκή, άγραφη σελίδα χαρτιού ή ένα «νέο αρχείο» στο word, υπάρχει κάπου εκεί σε κάποιο πεδίο ανυπαρξίας και «προστάζει» τον συγγραφέα «γράψε με». Είναι η σελίδα που του λέει «κάνε με να υπάρξω ως μια διακριτή μοναδική και ανεπανάληπτη οντότητα, μια ετερότητα, ανάμεσα στις αξεχώριστα πανομοιότυπες εκατομμύρια σελίδες χαρτιού». Ο συγγραφέας γράφει και η σελίδα αναδύεται στον τόπο του, γεννάται στα μάτια του, ως ανεπανάληπτη μοναδικότητα. Πριν από την ενέργεια του συγγραφέα η σελίδα χαρτί υπήρχε, αλλά και δεν υπήρχε. Υπήρχε, κατά κάποιον τρόπο, αλλά αυτός ο τρόπος δεν ήταν ο τρόπος του συγγραφέα. Η δράση αυτή του συγγραφέα την κάνει να υπάρχει με τον τρόπο που εκείνος θέλει. Με άλλα λόγια η δημιουργική δράση του συγγραφέα αλλάζει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της σελίδας, αλλάζει τον τρόπο ύπαρξης της. Αυτή η «αλλαγή» είναι προφανώς μια ποιοτική αλλαγή, τουλάχιστον ανάλογης αξίας με τον τρόπο που στη χημεία η αλληλεπίδραση δυο παραγόντων είναι ικανή να μεταβάλλει την κατάσταση τους. Να τα μετατρέψει από υγρά σε αέρια ή αντίστροφα. Όμως εδώ, στην περίπτωση του λευκού χαρτιού, αναδεικνύεται μάλλον κάτι που υπερβαίνει τη Φυσική. Το χαρτί χαράζεται ή η «οθόνη πληκτρολογείται», υφίσταται κάτι, αλλάζει τρόπο ύπαρξης, υπάρχει πλέον ως συγγραφή, ως έργο του συγγραφέα, και με τον τρόπο αυτό αποκτά σημασία για τον δημιουργό. Το ρήμα υφίσταται στα ελληνικά και η συναφής λέξη υπό-σταση, υποδηλώνει μια «γεωγραφία». Μια υπαρξιακή γεωγραφία. Η λευκή σελίδα βρίσκεται υπό. Αν απαλλαγεί κανείς, έστω για λίγο, από στερεότυπες αντιλήψεις της νεωτερικότητας που σε ασυνείδητο επίπεδο μας κάνουν όλους να νοιώθουμε «κάπως» απέναντι στην πρόθεση «υπό», θα μπορούσε να αποκαλυφθεί κάτι εξαιρετικά ενδιαφέρον μιλώντας από τη θέση της άγραφης κόλλας του χαρτιού. Με απλά λόγια, για να υπάρξει η λευκή κόλλα με ένα άλλο τρόπο ύπαρξης, για να διαφύγει από τη γενικευμένη μαζικότητα των εκατομμυρίων άλλων σελίδων που δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον για τον Συγγραφέα, είναι αναγκαίο να υφίσταται. Να τεθεί υπό τον συγγραφέα και να παραδοθεί στην πένα του ή στο πληκτρολόγιο του για «γραφή», για «χάραγμα», για «πληκτρολόγηση», για δημιουργία.
Δευτερόλεπτα πριν την αφετηρία της γραφής, η λευκή κόλλα χαρτί είναι -για τον συγγραφέα- μια αδιαφοροποίητη μονάδα χαρτιού ανάμεσα σε μερικές δεκάδες άλλες, ανάλογα με το βαλάντιο του και την οικονομική του δυνατότητα να αγοράζει χαρτί. Πρακτικά του είναι ένα αδιάφορο χαρτί. Αν το τσαλακώσει, το πετάξει σε κάποιο καλάθι αχρήστων ή το καταστρέψει, το μόνο ενδιαφέρον του θα είναι σε συνάρτηση με την οικολογική του συνείδηση το πολύ. Ύστερα, θα πει στον εαυτό του «δεν έχει σημασία» και θα τραβήξει από τη στοίβα των χαρτιών μια άλλη λευκή κόλλα. Μέχρι να γράψει, η σελίδα δεν υφίσταται γι’ αυτόν ως κάτι περισσότερο από μια δυνατότητα χρήσης. Και ως μικροαστός διανοούμενος έχει ή φαντάζεται ότι έχει, σχεδόν άπειρες τέτοιες δυνατότητες χρήσης, εκτός αν η οικολογική του συνείδηση τον επαναφέρει στην πραγματικότητα και συνυπολογίσει τα δάση του Αμαζονίου που καταστρέφονται ή τους περιορισμένους πόρους του πλανήτη ή δεν ξέρω εγώ τι άλλο. Παρ’ όλα αυτά, ούτε αυτές οι «χρήσιμες» οικολογικές σκέψεις θα καταφέρουν να κάνουν τη συγκεκριμένη κόλλα χαρτί να υπάρξει με μια ιδιαίτερη σημασία για τον χρήστη της. Το λευκό χαρτί θα σημάνει για τον συγγραφέα, όταν και μόνον όταν, θα υποστεί τη γραφή του. Στην περίπτωση αυτή, η φυσική κατάσταση του χαρτιού, η χημική σύσταση του, η περιεκτικότητα του σε άνθρακα, η λευκότητα του και οτιδήποτε σχετικό χαρακτηριστικό θα μηδενιστούν ουσιαστικά μπροστά στην ανάδυση της νέας σημασίας του για τον συγγραφέα. Διάφοροι μποέμ ποιητές έγραψαν δεκάδες ποιήματα σε κάποιο πακέτο τσιγάρων. Και είναι ακριβώς αυτό το γεγονός που υπερβαίνει την όποια έννοια και αξία χρήσης ενός χάρτινου πακέτου τσιγάρων.
Ίσως, δεν θα ήταν άστοχο στο σημείο αυτό, να διακρίνει κανείς τον σεξουαλικό συμβολισμό που αχνοφαίνεται πίσω από τις λέξεις «γράψε με», «χάραξε με» ή πληκτρολόγησε με. Το χαρτί ζητά, μ’ έναν τρόπο, τη γονιμοποίηση του. Το χαρτί εκπέμπει μια ερωτική κλήση. Υποβάλλει ένα αίτημα πλήρωσης.
Σε έναν αντίστοιχο παραλληλισμό η σιωπή, το κενό, το σκοτάδι ή η απουσία, είναι μια ορισμένη ανυπαρξία που «απαιτεί» την ύπαρξη της. Να βγει από το τέλμα των αδιαφοροποίητων υπάρξεων και να νοηματοδοτηθεί, ως ανεπανάληπτα μοναδικός, ως υποκειμενική ετερότητα, στον τόπο του Άλλου, του Δημιουργού. Η Σιωπή, το Κενό, το λευκό χαρτί, είναι ένας ανέραστος, ακόμη, Έρωτας. Ένας δυνητικός έρωτας που δεν έχει πάρει ακόμη μορφή και νόημα. Και, με την έννοια αυτή, μπορεί να είναι ά-μορφος, ά-σχημος, α-σήμαντος, ά-φαντος, ά-πιαστος, αλλά εμπερικλείει μέσα του όλες τις δυνατότητες να νοηματοδοτηθεί, αποκτώντας μορφή, σχήμα, σημασία, να γίνει ορατός, να γίνει απτός. Η Σιωπή, το Κενό είναι, δηλαδή, ταυτόχρονα μια Άρνηση αλλά και μια Δυνατότητα. Εμπερικλείει, δηλαδή ενσωματώνει, μια Ελευθερία.
Τόσο στην εικόνα του παιδιού παραπάνω, όσο και σ’ αυτήν του συγγραφέα, αναδεικνύεται μια τριαδικότητα σχέσεων, ως προαπαιτούμενο της Δημιουργίας.
1ον Η σχέση του αντικείμενου της δημιουργίας (του έργου, του κενού, της σιωπής, του χαρτιού κλπ) με τον Δημιουργό.
2ον Η σχέση του Δημιουργού με τον ίδιο του τον Εαυτό, με αφορμή το Δημιούργημα.
3ον. Η σχέση του Δημιουργού με τον αποδέκτη του Δημιουργήματος, με αφορμή το Δημιούργημα.
Ας δώσουμε άλλη μια εικόνα, ειδικά γι’ αυτό το τρίτο επίπεδο σχέσης. Κάποιος στέκεται και παρατηρεί ένα έργο του Vincent Van Gogh. Δεν έχει τόσο σημασία να γνωρίζει το μέγεθος του καμβά ή τις χρωστικές τεχνικές που χρησιμοποίησε ο ζωγράφος. Μάλλον αυτά δεν του «λένε» και πολλά. Ούτε προφανώς η αξία του πίνακα συναρτάται με τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν. Δεν πρόκειται, δηλαδή, για μια χημική ή εν γένει τεχνική αξιολόγηση. Ο Παρατηρητής-αποδέκτης του έργου βιώνει συναισθήματα παρατηρώντας το έργο. Το έργο του «λέει». Αλλά με αφορμή το έργο, ο παρατηρητής αρχίζει και σχηματίζει μια μάλλον αμυδρή εικόνα για τον δημιουργό. Δεν τον γνώρισε ποτέ, πιθανόν δεν ξέρει λεπτομέρειες της ζωής του, αλλά, εν τούτοις, προσλαμβάνει κάποιες συναισθηματικές εικόνες για την προσωπικότητα του Van Gogh. Ο Παρατηρητής-αποδέκτης οικοδομεί μια σχέση με τον Δημιουργό, που υπερβαίνει κάθε χρηστική διάσταση του έργου.
Πορτραίτο της μητέρας του καλλιτέχνη |
Είναι προφανές ότι η εικόνα αυτή της σχέσης Δημιουργού-Αποδέκτη μπορεί να ισχύει και σ ένα μουσικό έργο, σε ένα αρχιτεκτόνημα, σε ένα μυθιστόρημα, στη ζωγραφιά ενός παιδιού ή στο δώρο ενός αγαπημένου προσώπου.
Σε μια προέκταση του συλλογισμού, οι αποδέκτες μπορούν να είναι περισσότεροι από έναν. Ή μάλλον απαιτείται να είναι περισσότεροι. Η ερωτική κλήση που εμπεριέχεται στο χαρτί, στη σιωπή ή στο κενό, μεταδίδεται, συλλαμβάνεται από τον Δημιουργό που αποφασίζει να ασκήσει την ελεύθερη βούληση του και να ανταποκριθεί στο ερωτικό κάλεσμα του κενού. Αλλά σε ένα δεύτερο βήμα, αυτή η ερωτική συνάντηση ανάμεσα στο κενό και στο Δημιουργό ζητά την εκ νέου προώθηση της. Η Δημιουργία θα απομείνει ένας ναρκισσιστικός υπαινιγμός, μια αυτοϊκανοποίηση, αν δεν κατορθωθεί να συναντήσει ερωτικά και τον Άλλο. Τον Άλλο, έξω από τον εαυτό του Δημιουργού, έξω από τα όρια του Δημιουργήματος. Στην συνάντηση με τον Άλλο, με τους Άλλους, επ’ ευκαιρία της Δημιουργίας, ο Δημιουργός οικοδομεί νέες σχέσεις. Με αφορμή το Δημιούργημα, απευθύνει ερωτική κλήση, κάλεσμα συνάντησης με τους Άλλους. Η λέξη Δημιουργία στα ελληνικά προέρχεται ετυμολογικά από τη σύνθεση των λέξεων Δήμος και Έργο. Συνιστάται δηλαδή, από δυο προαπαιτούμενα: το Δήμο και το Έργο. Και κατ’ αναλογία, η Δημιουργικότητα ως τάση Δημιουργίας δεν είναι κάτι άλλο πέρα από το Έργο που ζητά να συναντήσει το Δήμο. Χωρίς το Δήμο, στην πραγματικότητα, το έργο δεν είναι δημιουργία, είναι ένας ανέραστος ναρκισσισμός.
Τι συμβαίνει λοιπόν; Το κενό, η σιωπή, το σκοτάδι, η αφαίρεση, η απουσία, το λευκό χαρτί, υπάρχει κάπου εκεί σαν ένα χαλί που περιμένει να «πατηθεί» για να υπάρξει μ’ έναν καινούργιο τρόπο. Ζητά να υπάρξει μ’ έναν καινούργιο τρόπο. Ζητά να «γονιμοποιηθεί» για να σπάσει την υπαρξιακή του αντικειμενικότητα, να έρθει στον κόσμο της υποκειμενικότητας. Της σημασίας, πριν απ’ όλα, για τον ίδιο τον Δημιουργό. Το κενό «ζητά» να πληρωθεί, η σιωπή να λεχθεί, το σκοτάδι να φωτισθεί, η αφαίρεση να συμπληρωθεί, η απουσία να γεμίσει με παρουσία, το χαρτί να γραφτεί. Ζητά να υπάρξει σε σχέση που να υπερβαίνει τη χρήση του. Ζητά να γίνει αντικείμενο ερωτικής μοναδικής και ανεπανάληπτης σχέσης, να εκπληρώσει την πρωταρχική του ανάγκη της υποκειμενικής ετερότητας. Το αντικείμενο ζητά την υποκειμενικοποίηση του στο πλαίσιο μιας ερωτικής σχέσης με τον Δημιουργό. Ζητά να αποκτήσει μοναδική σημασία για τον Δημιουργό. Η δημιουργία δηλαδή είναι η λειτουργία αυτή της ανάδυσης της νέας υπαρξιακής σημασίας του κενού. Η σιωπή, αντίστοιχα, γίνεται Λόγος καθώς εμφανίζεται στο πεδίο των σημαινομένων του Ομιλητή. Σαν να λέμε ότι ο ομιλητής Ερωτεύεται τη σιωπή για να γονιμοποιήσει το Λόγο του.
Υπάρχει, όμως εδώ και μια άλλη κάπως κρυμμένη σημασία. Το κενό, η σιωπή, το λευκό χαρτί πριν τη ζωγραφιά του μικρού παιδιού, η λευκή σελίδα στο word, είναι συνέπειες ενός ελλείμματος της πληρότητας. Είναι υπαρξιακές συνέπειες ανάλογες με την απώλεια του Παραδείσου. Είναι πιστοποιητικά της αδιαφοροποίητης μερικότητας. Είναι επιβεβαιώσεις της ακάλυπτης ανάγκης της υποκειμενικής ετερότητας. Μέχρι να αναδυθούν στον τόπο του Άλλου, υπάρχουν αλλά και δεν υπάρχουν. «Υπάρχουν» μ’ έναν τρόπο που λείπει, που δεν του φτάνει. Υπάρχουν σε μια κόλαση, σ’ έναν κολοβό ακρωτηριασμό.
Με άλλα λόγια, αν το κενό είναι η Κόλαση, η ερωτική δημιουργία μπορεί να μας επιστρέψει στον Παράδεισο. Δημιουργικότητα είναι η τάση αυτής της επιστροφής στην Παραδείσια πληρότητα της ανεπανάληπτης μοναδικότητας του καθενός.
Ξυδιάς Νικόλαος (1828 - 1909) : Γυναίκα που διαβάζει επιστολή. Εθνική Πινακοθήκη. |
Σε μια εικόνα και πάλι: μια γυναίκα αγγίζει ένα παλιό έπιπλο που έφτιαξε η πεθαμένη μητέρα της. Η δημιουργικότητα της, όπως συμπυκνώθηκε στο ξύλο, η αφή των χεριών της στο ξύλο, είναι η ευκαιρία συνάντησης με την κόρη της. Η δημιουργία είναι μια νίκη ενάντια στο θάνατο. Ένας Έρωτας. Το κενό, η σιωπή, το σκοτάδι, ένα λευκό φύλλο χαρτί, είναι μια κόλαση που εμπεριέχει το σπέρμα ενός οιονεί έρωτα. Περιμένει υπομονετικά να «δημιουργηθεί», να υπερβεί την ανάγκη της χρήσης και να μας οδηγήσει από την κόλαση της χρήσης στον παράδεισο της σχέσης.
Ο συγγραφέας μπαίνει στο σκοτεινό δωμάτιο. Ανάβει το φως. Ανταποκρίνεται στο ερωτικό αίτημα του σκοταδιού. Πληρώνει, συμπληρώνει, εκπληρώνει την ανάγκη του σκοταδιού. Και καθώς το φως γονιμοποιεί το σκοτάδι, εκεί στα δευτερόλεπτα που ακούγεται ο ήχος ενός διακόπτη, το κενό μεταμορφώνεται ερωτικά σε πραγματική πραγματικότητα. Τα πράγματα γίνονται ορατά, φαινόμενα, υπαρκτά -αν και υπήρχαν και πιο πριν, τώρα υπάρχουν στο βλέμμα του συγγραφέα. Τα πράγματα αγγίζονται και γίνονται απτά, φωτίζονται και αποκτούν διαστάσεις στο χώρο. Τα πράγματα πλημμυρίζουν το κενό του σκοταδιού. Τα πράγματα γίνονται Φαινόμενα. Όπως ο Λόγος, που είναι πάντα «εν αρχή», ορίζει ακόμη και με την μαθηματική του ετυμολογία μια σχέση. Μπορεί κανείς να φανταστεί ένα κομμάτι χαρτί ως υπαρκτό, αν ο ανθρώπινος Λόγος δεν το έκανε να υπάρχει; Αν ένα κομμάτι χαρτί δεν ονομαζόταν ως «ένα κομμάτι χαρτί», είναι βέβαιο ότι καμία από τις σχέσεις που προαναφέραμε δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Δηλαδή, το χαρτί θα υπήρχε, αλλά χωρίς τη γονιμοποίηση του από τη λέξη χαρτί, θα ήταν α-νόητο, άνευ νοήματος. Δεν θα υπήρχε. Είναι η ερωτική ανταπόκριση του συγγραφέα που το φέρνει στον κόσμο των Φαινομένων.
Η Σιωπή, το Κενό, το Σκοτάδι, Ένα Κομμάτι Λευκό Χαρτί, απευθύνουν μια ερωτική κλήση για Δημιουργία. Και ο Δημιουργός, ανταποκρίνεται στην κλήση αυτή.
~~~~
Ο Αντώνης Ανδρουλιδάκης, Μ.Sc. είναι αναπτυξιακός και κοινωνικός ψυχολόγος και διδάσκων Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας και Ψυχολογίας Οικογενειακών Συστημάτων στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.
Έχει βραβευτεί από την Ελληνική Κυβέρνηση για την εργασία του στο πεδίο Βελτίωσης των Διαδικασιών Λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης.
Είναι συγγραφέας, μεταξύ άλλων, και του βιβλίου "Το Ελληνικό Τραύμα",
με αντικείμενο την κοινωνιο-ψυχολογική διερεύνηση της ελληνικής οικονομικής κρίσης, στην προηγούμενη δεκαετία. Έχει γράψει πληθώρα άρθρων όπως το ‘Η πανδημία αποτελεί υπαρξιακή κρίση γιατί οδηγεί σε απώλεια ενός τρόπου ζωής’ - Συμβουλές αυτοβοήθειας. Είναι παρών στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο, κυρίως για ζητήματα που διερευνούν τις σχέσεις της ατομικής με την συλλογική ψυχολογία/ψυχοπαθολογία. Είναι, επίσης, μέλος της επιστημονικής επιτροπής της Κίνησης Οικογενειών και Φίλων για την Ψυχική Υγεία (ΚΟΦΙΨΥ).